Ιστορίες να σκεφτείς.


Ένα Μέρος Στο Δάσος


Αυτή η ιστορία μας μιλάει
για έναν διάσημο εβραίο ραβίνο: τον Μπάαλ Σεμ Τοβ.

Ο Μπάαλ Σεμ Τομ ήταν πολύ γνωστός μέσα στην κοινότητα του
γιατί όλοι τον έλεγαν ότι ήταν ένας άνθρωπος τόσο ευσεβής,
τόσο γενναιόδωρος,με τόση αγνή και καθαρή ψυχή,
που ο θεός άκουγε τα λόγια του όταν μιλούσε.
Είχε δημιουργηθεί μια παράδοση σ εκείνο το χωριό.
Όλοι όσοι είχαν κάποια ανικανοποίητη επιθυμία
ή χρειάζονταν κάτι που δεν μπορούσαν να το αποκτήσουν,
πήγαιναν να δουν τον Ραβίνο.
Ο Μπάαλ Σεμ Τομ συναντιόταν μαζί τους μια φορά τον χρόνο,
τη μέρα που επέλεγε ο ίδιος.
Και τους οδηγούσε όλους σε ένα μέρος μοναδικό που γνώριζε,
στη μέση του δάσους.
Όταν έφταναν εκεί, λέει ο μύθος,
ο Μπάαλ Σεμ Τοβ άναβε μια φωτιά με φύλλα και κλαδιά,
με έναν τρόπο πολύ ιδιαίτερο και όμορφο,
και μετά τραγουδούσε κάποια λόγια με πολύ χαμηλή φωνή,
σαν να απευθυνόταν στον εαυτό του.

Και λένε…

Πως άρεσαν τόσο πολύ στον θεό εκείνα τα λόγια του Μπαάλ Σεμ Τοβ,
πως τον ενθουσίαζε τόσο εκείνη η φωτιά
η αναμμένη με εκείνον τον τρόπο,
πως αγαπούσε τόσο εκείνη τη συγκέντρωση των ανθρώπων στο δάσος…
Που δεν μπορούσε να αντισταθεί στην έκκληση
του Μπάαλ Σεμ Τοβ και ικανοποιούσε τις επιθυμίες
όλων όσοι βρισκόταν εκεί.

Όταν πέθανε ο ραβίνος,ο κόσμος συνειδητοποίησε
ότι κανείς δεν γνώριζε τα λόγια που τραγουδούσε
ο Μπαάλ Σεμ Τοβ όταν πήγαιναν όλοι μαζί να ζητήσουν κάτι.
Αλλά γνώριζαν το μέρος στο δάσος
και ήξεραν πώς να ανάψουν φωτιά.
Μια φορά το χρόνο συνεχίζοντας την παράδοση
που είχε καθιερώσει ο Μπάαλ Σεμ Τοβ,
όσοι είχαν ανικανοποίητες ανάγκες και επιθυμίες
μαζεύονταν σ εκείνο το μέρος στο δάσος,
άναβαν φωτιά με τον ίδιο τρόπο που είχαν μάθει
από τον γέρο ραβίνο και επειδή δεν γνώριζαν τα λόγια του,
τραγουδούσαν οποιοδήποτε τραγούδι ή ψαλμό
ή απλά κοιτάζονταν και μιλούσαν
για οποιοδήποτε θέμα σε εκείνο το ίδιο σημείο γύρω απ τη φωτιά.

Και λένε…

Πως άρεσε τόσο πολύ στο θεό εκείνη η φωτιά,
πως του άρεσε τόσο πολύ εκείνο το μέρος στο δάσος
κι εκείνη η συγκέντρωση των ανθρώπων…
Που αν και κανείς δεν έλεγε τα κατάλληλα λόγια
και πάλι ικανοποιούσε τις επιθυμίες
όλων όσοι βρίσκονταν εκεί.
Ο χρόνος πέρασε και από γενιά σε γενιά,
χάθηκε η σοφία…

Κι εδώ βρισκόμαστε εμείς.

Εμείς δεν ξέρουμε ποιο είναι το μέρος στο δάσος.
Δεν ξέρουμε ποια είναι τα λόγια…

Ούτε και ξέρουμε ν ανάβουμε τη φωτιά
όπως το έκανε ο Μπάαλ Σεμ Τοβ…

Ωστόσο, υπάρχει κάτι που σίγουρα ξέρουμε.

Ξέρουμε την ιστορία.

Ξέρουμε το παραμύθι…

Και λένε…

Πως ο θεός αγαπάει τόσο αυτό το παραμύθι,
πως του αρέσει τόσο αυτή η ιστορία
που αρκεί κάποιος να τη διηγηθεί
και κάποιος να την ακούσει
ώστε Εκείνος ευχαριστημένος,
να ικανοποιήσει οποιαδήποτε επιθυμία και ανάγκη
όλων όσοι μοιράζονται αυτή τη στιγμή…

Ας είναι έτσι..


Από το βιβλίο “ιστορίες για να σκεφτείς” του Χόρχε Μπουκάι.

Μια σταγόνα ιστορία.


Μονάδα 731
Το ιαπωνικό Άουσβιτς,που οι εγκληματίες του έγιναν πρυτάνεις


Είναι γνωστό ότι οι Γερμανοί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης
έκαναν πειράματα πάνω σε ανθρώπους.
Διαβόητος ήταν ο γιατρός Γιόζεφ Μέγκελε στο Άουσβιτς.
Όσοι από αυτούς τους εγκληματίες γλίτωσαν
το λιντσάρισμα μετά την άφιξη των Συμμάχων
δικάστηκαν στη δίκη της Νυρεμβέργης.
Στην άλλη πλευρά της υφηλίου,την ίδια περίοδο,
οι μιλιταριστές Ιάπωνες,λαός σκληρός και αδίστακτος,
έκαναν τα ίδια και χειρότερα,αλλά η τιμωρία δεν ήρθε ποτέ.
Το 1939 ο στρατηγός Σίρο Ίσιι,
επιφανής βακτηριολόγος της Ιαπωνίας,
ιδρύει στην κατεχόμενη από τους Ιάπωνες Μαντζουρία,
κοντά στο χωριό Μινκφάν,τη μονάδα 731,
με διάταγμα που φέρει τη βούλα του αυτοκράτορα Χιροχίτο.
Τρεις χιλιάδες Ιάπωνες επιστήμονες
επιδίδονται σε φρικιαστικά πειράματα
με μικρόβια και βακτήρια,έχοντας προφανή και διατυπωμένο στόχο
την παγκόσμια επικράτηση της χώρας τους.
Πειραματόζωα είναι δεκάδες χιλιάδες αιχμάλωτοι πολέμου,
κυρίως Κινέζοι,αλλά και πολλοί Αμερικανοί.
Όσοι μπήκαν στη μονάδα 731 δεν ξαναβγήκαν ποτέ.
Το Άουσβιτς ήταν παιδική χαρά μπροστά σ’αυτό το κολαστήριο.
Η μονάδα έκανε χρήση οκτώ τόνων
βακτηριδίων τετάνου και χολέρας το μήνα.
Έκαναν ενέσεις μικροβίων στους αστραγάλους
και στις γλώσσες των ανθρώπων,
τους έψυχαν σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες,
τους ακρωτηρίαζαν και κρατούσαν τα όργανά τους,
τους διοχέτευαν υδροκυάνιο και παρατηρούσαν τον τρόπο θανάτου.
Είχαν προβλέψει να υπάρχει πάντα στοκ
εβδομήντα έως ογδόντα κρατουμένων,
ώστε να αντικαθιστούν αμέσως όσους πέθαιναν,
για να μην σταματήσουν τα πειράματα.
Μόλυναν εκατομμύρια ψύλλους,
τους ανακάτεψαν με ρύζι και σιτάρι
και τα έσπειραν με αεροπλάνο στην Κίνα,
όπου το 1942 ξέσπασε επιδημία βουβωνικής πανώλης.
Οι ποταμοί στα σύνορα με τη Ρωσία
μολύνθηκαν με μικρόβια τετάνου,
Όταν η Ιαπωνία έχασε τον πόλεμο,
όλοι οι κρατούμενοι εκτελέστηκαν,
οι εγκαταστάσεις κάηκαν και οι τρεις χιλιάδες εγκληματίες
επέστρεψαν στη χώρα τους και σκορπίστηκαν.
Ήταν λίγο έως πολύ γνωστοί,τα χαρτιά τους υπήρχαν,
όμως δε συνελήφθη ποτέ κανένας,
ούτε δικάστηκε,ούτε φυλακίστηκε.
Μα καλά..πώς στην Ευρώπη
ξετρύπωσαν όλους τους εγκληματίες πολέμου,
πως στην Ιαπωνία σε άλλους κλάδους τους βρήκαν,
αλλά όσοι ασχολήθηκαν με τη μονάδα 731 έμειναν στο απυρόβλητο;
Ήταν απλό.Η διαλυμένη μονάδα ανέθεσε
στο συνταγματάρχη Ριόχι Νιότο
να διαπραγματευτεί με τον Αμερικανό συνταγματάρχη
Μάρευ Σάντερς,που είχε αναλάβει τις σχετικές έρευνες,
μια έντιμη συμφωνία.
Αυτοί θα παρέδιδαν στους Αμερικανούς όλα τα αποτελέσματα
των πειραμάτων και οι νικητές Αμερικανοί
θα τους έδιναν σιωπηρή αμνηστία.
Η συμφωνία κλείστηκε,
αν και ένα έγγραφο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ
προειδοποιούσε το Πεντάγωνο ότι κάτι τέτοιο
θα μπορούσε να εκληφθεί
ως ¨ηθικά επιλήψιμο¨,αν διέρρεε στον Τύπο.
Τη δεκαετία του ’80,για την οποία βρήκα τα στοιχεία,
ο Μάγιο Ακάντα,που έκανε ενέσεις βακίλου
του τετάνου στους κρατουμένους,
ήταν ιδιοκτήτης μεγάλης αιματολογική κλινικής στην Οζάκα.
Ο δρ Γιουκιμόζο Γιαγκεσάβα,που έκανε πειράματα δυσεντερίας,
ήταν γραμματέας της Ιαπωνική Ένωσης Πενικιλίνης.
Ο δρ Μάρου Ισικάβα,που έψυχε τα θύματα του,
τιμήθηκε με το παράσημο το Ανατέλλοντος Ηλίου
για την επιστημονική του προσφορά.
Και ο αξιότιμος κύριος Κόζο Οκαμότο,
που ακρωτηρίαζε τους νεκρούς
ενώ τα κορμιά τους ήταν ακόμα ζεστά,εξελέγη το 1986
πρύτανης του Πανεπιστημίου του Κίνζι.
Κάθε ομοιότητα με την εποχή μας είναι εντελώς τυχαία
και πέραν των προθέσεων του ιστορικού.


Οι υποθέσεις κουκουλώθηκαν,οι βασανιστές αθωώθηκαν.
Άλλωστε όπως ο ίδιος ο Δημήτρης Καμπουράκης αναφέρει,
η ιστορία είναι μια πουτάνα.Γι’αυτό τη σέβομαι βαθύτατα.
Μπορεί να σε μαγέψει
ή να σε κάνει να αποστρέψεις το πρόσωπό σου με φρίκη.
Μπορεί να σε κάνει να την ερωτευείς ή να τη σιχαθείς.
Να σε διδάξει ή να σε καταστρέψει.
Να σε κάνει κυνικό ή ονειροπόλο.
Φονιά ή ιεραπόστολο.
Θύτη ή θύμα.
Και λοιπόν;Το ίδιο της κάνει.
Δε δίνει δεκάρα.


Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Καμπουράκη,
Μια σταγόνα Ιστορία,μέρος πρώτο.

Ο δρόμος των δακρύων.

«Θα σας διηγηθώ μια ιστορία που λένε ότι είναι αληθινή. Προφανώς, συνέβη κάπου στην Αφρική.
Έξι μεταλλωρύχοι εργάζονται σε μια πολύ βαθιά σήραγγα και βγάζουν ορυκτά από τα έγκατα της γης. Ξαφνικά, μια κατολίσθηση φράζει την έξοδο της σήραγγας και τους απομονώνει από τον έξω κόσμο. Μόλις γίνεται αυτό, με μια γρήγορη ματιά, χωρίς να πουν λέξη, εκτιμούν την κατάσταση. Είναι όλοι τους πολύ έμπειροι και καταλαβαίνουν αμέσως πως το μεγάλο πρόβλημα θα είναι το οξυγόνο. Αν κάνουν ό,τι πρέπει, τους μένουν τρεις, το πολύ τρεισήμισι ώρες αέρα.
Ο κόσμος απέξω ξέρει πως είναι εκεί εγκλωβισμένοι, μια τέτοια κατολίσθηση όμως σημαίνει ότι θα πρέπει να ανοίξουν τη σήραγγα από την αρχή για να κατέβουν να τους βρουν. Θα προφτάσουν πριν τους τελειώσει ο αέρας;
Οι έμπειροι μεταλλωρύχοι αποφασίζουν πως πρέπει να εξοικονομήσουν όσο γίνεται περισσότερο οξυγόνο.
Συμφωνούν να κάνουν την ελάχιστη δυνατή σωματική δαπάνη. Σβήνουν τις λάμπες που κρατούν και ξαπλώνουν στο πάτωμα χωρίς να μιλάνε.
Βουβοί λόγω της κατάστασης και ακίνητοι μέσα στο σκοτάδι, είναι δύσκολο να υπολογίσουν το πέρασμα του χρόνου. Συμπτωματικά, ένας μόνο έχει ρολόι. Σ’ αυτόν λοιπόν απευθύνονται όλες οι ερωτήσεις: Πόση ώρα πέρασε; Πόση απομένει; Και τώρα;
Ο χρόνος αρχίζει να μακραίνει, τα δύο λεπτά τους φαίνονται μία ώρα. Η απελπισία πριν από κάθε απάντηση κάνει ακόμη μεγαλύτερη την ένταση που νιώθουν. Ο επικεφαλής των μεταλλωρύχων συνειδητοποιεί πως αν συνεχίσουν έτσι, η αγωνία θα τους κάνει να αναπνέουν πιο γρήγορα κι αυτό μπορεί να τους σκοτώσει. Διατάζει, λοιπόν, εκείνον που έχει το ρολόι να ελέγχει, εκείνος μόνο, το πέρασμα της ώρας. Κανένας πλέον δεν θα κάνει ερωτήσεις, θα τους ενημερώνει εκείνος κάθε μισή ώρα.
Αυτός, εκτελώντας τη διαταγή, παρακολουθεί το ρολόι του. Και μόλις περνάει η πρώτη μισή ώρα, λέει «πέρασε μισή ώρα». Ένα μουρμουρητό ακούγεται… Η αγωνία τους πλανιέται στον αέρα.
Ο κάτοχος του ρολογιού καταλαβαίνει πως, όσο περνάει η ώρα, θα είναι όλο και πιο φοβερό να τους ανακοινώνει ότι πλησιάζει το τελευταίο λεπτό. Χωρίς να το συζητήσει με κανέναν, αποφασίζει πως δεν τους αξίζει να βασανίζονται μέχρι να πεθάνουν. Έτσι, την επόμενη φορά που τους ανακοινώνει τη μισή ώρα, έχουν στην πραγματικότητα περάσει 45 λεπτά.
Δεν υπάρχει τρόπος να καταλάβουν τη διαφορά, κι έτσι δεν αμφιβάλλει κανείς.
Αφού βλέπει ότι πέτυχε το τέχνασμα, την τρίτη ενημέρωση την κάνει μία ώρα μετά. Τους λέει: «πέρασε άλλη μισή ώρα…» Και οι πέντε πείθονται ότι έχουν περάσει παγιδευμένοι, συνολικά, μιάμιση ώρα, και σκέφτονται μάλιστα πόσο μακρύς τους φαίνεται ο χρόνος.
Έτσι συνεχίζει αυτός με το ρολόι, κάθε μία ολόκληρη ώρα να τους ενημερώνει πως έχει περάσει μόνο μισή.
Στο μεταξύ, η ομάδα που επιχειρεί το έργο της διάσωσης ξέρει σε ποιον θάλαμο έχουν παγιδευτεί, και ξέρουν, επίσης, ότι θα είναι πολύ δύσκολο να φτάσουν εκεί πριν περάσουν τουλάχιστον τέσσερις ώρες.
Φτάνουν, τελικά, μετά από τεσσερισήμισι ώρες. Το πιθανότερο είναι να βρουν τους έξι μεταλλωρύχους νεκρούς.
Βρίσκουν ζωντανούς τους πέντε.
Ένας πέθανε από ασφυξία… Εκείνος που είχε το ρολόι.
Να τι δύναμη έχουν οι πεποιθήσεις στη ζωή μας.
Να τι μπορούν να μας κάνουν οι εξαρτήσεις μας.
Κάθε φορά που κατασκευάζουμε τη βεβαιότητα ότι κάτι ανεπανόρθωτα καταστρεπτικό θα μας συμβεί —κι ας μην ξέρουμε πώς (ή και ξέροντάς το)—, αυτό που στην ουσία κάνουμε είναι ότι προκαλούμε, πάμε γυρεύοντας, βοηθάμε και σίγουρα δεν κάνουμε το παραμικρό για να μη μας συμβεί στ’ αλήθεια κάτι (έστω και λίγο) από το κακό που είχαμε προβλέψει.
Παρεμπιπτόντως, (όπως στην ιστορία), ο μηχανισμός λειτουργεί και αντίστροφα:
Όταν νομίζουμε, ή μάλλον έχουμε την πεποίθηση, ότι με κάποιον τρόπο μπορούμε να πάμε μπροστά, οι πιθανότητες να προχωρήσουμε πολλαπλασιάζονται.
Είναι φανερό πως αν η ομάδα διάσωσης είχε κάνει 12 ώρες να φτάσει, δεν θα μπορούσαν ούτε να διανοηθούν ότι θα έβρισκαν ζωντανούς τους μεταλλωρύχους. Δεν λέω πως από μόνη της η θετική στάση είναι ικανή να αποτρέψει το μοιραίο ή να αποφύγει μια τραγωδία. Αυτό που λέω είναι ότι, οι πεποιθήσεις αυτο-υποτίμησης καθορίζουν χωρίς αμφιβολία τον τρόπο που ο καθένας μας αντιμετωπίζει τις δυσκολίες.»

Χόρχε Μπουκάι,»ο δρόμος των δακρύων» φύλλα πορείας III.

Ιστορίες να σκεφτείς.

«Θέλω να με ακούς… χωρίς να με κρίνεις.
Θέλω τη γνώμη σου.. χωρίς συμβουλές.
Θέλω να με εμπιστεύεσαι… χωρίς απαιτήσεις.
Θέλω τη βοήθειά σου… κι όχι ν΄αποφασίζεις για μένα
Θέλω να με προσέχεις… χωρίς να με ακυρώνεις
Θέλω να με κοιτάς… χωρίς να προβάλεις τον εαυτό σου σε μένα
Θέλω να μ΄αγκαλιάζεις… χωρίς να με κάνεις να ασφυκτιώ
Θέλω να μου δίνεις ζωντάνια… χωρίς να με σπρώχνεις
Θέλω να με υποστηρίζεις… χωρίς να με φορτώνεσαι
Θέλω να με προστατεύεις… χωρίς ψέματα
Θέλω να πλησιάζεις… χωρίς να εισβάλλεις
Θέλω να ξέρεις τις πλευρές μου που πιο πολύ σε ενοχλούν…
Να τις αποδέχεσαι και να μην προσπαθείς να τις αλλάξεις…
Θέλω να ξέρεις … πως  σήμερα μπορείς να βασίζεσαι πάνω μου…
xωρίς όρους…»

«Θέλω» ,από το βιβλίο «ιστορίες για να σκεφτείς» του Χόρχε Μπουκάι.

Ο Χόρχε Μπουκάι είναι Αργεντινός ψυχοθεραπευτής και συγγραφέας..
Έχει γράψει πλήθος βιβλίων,μεταξύ των οποίων το «Βασίσου επάνω μου»,το «ο δρόμος της ευτυχίας» και το «να σου πώ μια ιστορία».
Τα βιβλία του εξετάζουν  θέματα όπως ο έρωτας,η φιλία,η θλίψη,οι σχέσεις και η εξουσία μέσα από μια χιουμοριστική πάντα ματιά..

Ο Νίτσε για την Ελλάδα και τους Έλληνες.

Πριν από 140 χρόνια,το 1872, σε ένα βιβλίο του,με τίτλο «Η Γέννηση της τραγωδίας» ο Φρ.Νίτσε κάνει μια ιδιαίτερη αναφορά στο ελληνικό έθνος και στη διαρκή προσπάθεια των δυτικοευρωπαίων να απαλλαγούν από εμάς…Το κείμενο του Νίτσε θα παραμείνει πάντα επίκαιρο καθώς θα περιγράφει με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο οτι διαχρονικά έχουν δοκιμαστεί πάρα πολλές λύσεις…Κείμενο που αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα όταν σκεφτούμε οτι δεν περιλαμβάνει καν τα μεγάλα γεγονότα του 20 ου αιώνα και παρόλα αυτά θα ταίριαζε σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο…


«Αποδεδειγμένα σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του
ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες.
Η προσπάθεια αυτή είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια,
διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού,
έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκρισή του με το ελληνικό μοντέλο,
συρρικνωνόταν, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα.
Έτσι ξανά και ξανά μια οργή ποτισμένη με μίσος ξεσπάει εναντίον των Ελλήνων,
εναντίον αυτού του μικρού και αλαζονικού έθνους,
που είχε το νεύρο να ονομάσει βαρβαρικά ότι δεν είχε δημιουργηθεί στο έδαφός του.
Κανένας από τους επανεμφανιζόμενους εχθρούς τους
δεν είχε την τύχη να ανακαλύψει το κώνειο, με το οποίο θα μπορούσαμε μια για πάντα να απαλλαγούμε απ’ αυτούς.
Όλα τα δηλητήρια του φθόνου, της ύβρεως, του μίσους έχουν αποδειχθεί ανεπαρκή
να διαταράξουν την υπέροχη ομορφιά τους.
Έτσι, οι άνθρωποι συνεχίζουν να νιώθουν ντροπή και φόβο απέναντι στους Έλληνες.
Βέβαια, πού και πού,
κάποιος εμφανίζεται που αναγνωρίζει ακέραιη την αλήθεια,
την αλήθεια που διδάσκει ότι οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού
και σχεδόν πάντα τόσο τα άρματα όσο και τα άλογα των επερχόμενων πολιτισμών είναι πολύ χαμηλής ποιότητας
σε σχέση με τους ηνίοχους, οι οποίοι τελικά αθλούνται οδηγώντας το άρμα στην άβυσσο,
την οποία αυτοί ξεπερνούν με αχίλλειο πήδημα»

Ο ιππότης με τη σκουριασμένη πανοπλία.

Ο ιππότης του έκανε μια ερώτηση που τη γυρόφερνε καιρό μες στο μυαλό του:»Στ αλήθεια ήσουν ο δάσκαλος του βασιλιά Αρθούρου;»

Το πρόσωπο του μάγου φωτίστηκε.»Ναι»είπε.»Εγώ δίδαξα τον Αρθούρο.»
«Μα πώς είναι δυνατόν να ζεις ακόμα;»ξεσπάθωσε ο ιππότης.»Ο Αρθούρος έζησε πριν από αιώνες!»
«Το παρελθόν,το παρόν και το μέλλον γίνονται ένα όταν είσαι δεμένος με την Πηγή» απάντησε ο Μέρλιν.
«Τι είναι η πηγή;»ρώτησε ο ιππότης.
«Είναι η μυστηριώδης,αόρατη δύναμη,η αρχή των πάντων.»
«Δεν καταλαβαίνω» είπε ο ιππότης.
«Δεν καταλαβαίνεις,επειδή προσπαθείς να καταλάβεις με το μυαλό σου,και το μυαλό σου είναι περιορισμένο.»
«Έχω πολύ καλό μυαλό»αντέτεινε ο ιππότης.
«Και τι έξυπνο!» έκανε ο Μέρλιν.»Σε παγίδευσε μέσα σε αυτή την πανοπλία…»
Ο ιππότης δε μπόρεσε να το αντικρούσει αυτό.Ύστερα θυμήθηκε κάτι που του είχε πει ο Μέρλιν την πρώτη μέρα.
«Κάποτε είπες πως φόρεσα αυτή την πανοπλία επειδή φοβόμουν.»
«Άδικο είχα;»απάντησε ο Μέρλιν.
«Τη φορούσα για προστασία όταν πήγαινα στη μάχη…»
«…και φοβόσουν μη σκοτωθείς ή λαβωθείς βαριά»συμπλήρωσε ο Μέρλιν.
«Όλοι δε φοβούνται;»
Ο Μέρλιν κούνησε το κεφάλι του.
«Πρώτα πρώτα,ποιός σου είπε να πας στη μάχη;»
«Έπρεπε να αποδείξω οτι είμαι ένας καλός,ευγενικός και στοργικός ιππότης.»
«Αν πραγματικά είσαι καλός,ευγενικός και στοργικός,γιατί έπρεπε να το αποδείξεις;»ρώτησε ο Μέρλιν.
Ο ιππότης απέφυγε να το σκεφτεί αυτό,με το συνήθη τρόπο που είχε να αποφεύγει πράγματα:
το έριξε στον ύπνο.
Το άλλο πρωί όμως,ξύπνησε με μια παράξενη ιδέα σφηνωμένη στο μυαλό του:
υπήρχε περίπτωση να μην ήταν καλός,ευγενικός και στοργικός;Αποφάσισε να πάει να ρωτήσει το Μέρλιν.
«Εσύ τι πιστεύεις;»απάντησε ο Μέρλιν.
«Γιατί συνέχεια απαντάς σε μια ερώτηση με μιαν άλλη ερώτηση;»
«Κι εσύ γιατί συνέχεια ζητάς από άλλους να απαντήσουν στις ερωτήσεις σου;»

Από το βιβλίο του Ρόμπερτ Φίσερ «Ο ιππότης με τη σκουριασμένη πανοπλία».

Γλάρος Ιωνάθαν.

Ανακάλυψε πως ένα και μόνο ακριανό φτερό αν κινηθεί ένα χιλιοστό
προκαλεί μια ομαλή μεγαλόπρεπη καμπύλη σε τρομακτική ταχύτητα.
Πριν το μάθει αυτό,ωστόσο,ανακάλυψε πως αν κουνήσει περισσότερο από ένα φτερό σε αυτή την ταχύτητα
στροβιλίζεται σαν σφαίρα όπλου.
Και ο Ιωνάθαν είχε γίνει έτσι ο πρώτος ακροβάτης του αέρα,πριν από κάθε άλλο γλάρο στον κόσμο.
Δεν έχασε καιρό εκείνη τη μέρα σε κουβέντες με άλλους γλάρους αλλά συνέχισε να πετά ώσπου νύχτωσε ..
Ανακάλυψε την ακροβατική στροφή,την αργή περιστροφή την ανάποδη στροφή,το στροβίλισμα,την τούμπα.
Όταν ο Ιωνάθαν Γλάρος έφτασε κοντά στο σμήνος
στην παραλία ήταν νύχτα βαθιά.
Ήταν ζαλισμένος και φανερά κουρασμένος.
Κι όμως 
από τη χαρά του προσγειώθηκε με ακροβασία και πραγματοποιώντας
λίγο πριν αγγίξει το έδαφος,μια ξαφνική απότομη περιστροφή.
Όταν μάθουν σκέφτηκε την κατήχηση θα ξετρελαθούν από χαρά.
Πόσο πιο πλούσια γίνεται τώρα η ζωή μας…
Αντί για το μονότονο κοπιαστικό πήγαινε κι έλα στις ψαρόβαρκες,
υπάρχει ένα νόημα στη ζωή.
Μπορούμε να ξεπεράσουμε την άγνοια,
μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας σαν όντα ξεχωριστά,έξυπνα και επιδέξια.
Μπορούμε να είμαστε λεύτεροι!
Μπορούμε να μάθουμε να πετάμε…

Απόσπασμα από το βιβλίο ο γλάρος Ιωνάθαν του Ρ Μπάχ.

Άκου Ανθρωπάκο!



 Γυρεύεις ευτυχία στη ζωή,
αλλά η ασφάλεια έχει περισσότερη σπουδαιότητα σε σενα,
έστω κι αν σου κοστίζει το κύρτωμα της σπονδυλικής σου στήλης ή την ίδια σου τη ζωή.
Μια και ποτέ σου δεν έμαθες να δημιουργείς ευτυχία,
να την απολαμβάνεις και να την προστατεύεις,
δεν γνωρίζεις και το θάρρος του ατόμου που περπατάει ορθό.
Θέλεις να μάθεις πως είσαι,Ανθρωπάκο;
Ακούς στο ραδιόφωνο τις διαφημίσεις για τα καθαρτικά,τα αποσμητικά και τις οδοντόπαστες.
Αλλά δεν είσαι σε θέση να ακούσεις τη μουσική της προπαγάνδας.
Δεν είσαι σε θέση να συλλάβεις την απύθμενη βλακεία και το αηδιαστικά κακό γούστο τον ακροαμάτων αυτών που έχουν προγραμματιστεί ειδικά για να αιχμαλωτίσουν την ακοή σου.
Έχεις ποτέ προσέξει σοβαρά το καλαμπούρι που κάνει σε βάρος σου ένας οργανωτής τελετών σε ένα καμπαρέ;
Καλαμπούρι για σενα,για κεινον,για ολόκληρο το μικρό και άθλιο κόσμο σου.
Άκου τις διαφημίσεις για τα καθαρτικά σου και θα μάθεις ποιός είσαι.
Άκου ανθρωπάκο:την αθλιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης προσβάλλουν ζωηρά άνθρωποι τέτοιων ταπεινών πράξεων.
Τούτο προκαλεί θλίψη,Ανθρωπάκο,βαθύτατη θλίψη που κομματιάζει την καρδιά.
Για να μη νοιώθεις τη θλίψη αυτή,φτιάχνεις μικρά και κακά ανέκδοτα,ονομάζοντάς τα «λαϊκό χιούμορ».
Ακούς ένα ανέκδοτο γύρω από σενα και γελάς μ όλη σου την καρδιά σε βάρος των άλλων.
Δε γελάς γιατί κοροϊδεύεις τον εαυτό σου,γελάς με τον Ανθρωπάκο,μα δεν ξέρεις πως γελάς με τον εαυτό σου,οτι γελάνε μαζί σου.
Εκατομμύρια Ανθρωπάκια δεν ξέρουν οτι κάποιος γελάει με δαύτα.
Γιατί κάποιος γελάει μαζί σου,Ανθρωπάκο,τόσο φανερά,με τόση βουλιμία,με τέτοια αρρωστημένη χαρά αιώνες ολόκληρους;
Σου χει ποτέ χτυπήσει στο μάτι πόσο γελοία παρουσιάζονται οι μάζες,ο «λαός» στον κινηματογράφο;
Θα σου πώ ποιός γελάει μαζί σου,επειδή σε παίρνω πολύ,πάρα πολύ στα σοβαρά…

Βίλχελμ Ράιχ .

Ο αχάριστος

Ο αχάριστος είναι ηθικός τραπεζορίχτης και δημόσιος αδικητής.

Λαβαίνει από τον ευεργέτη του την ευεργεσίαν και σε παρίστασιν ανταποδόσεως κάμνει ηθικήν χρεοκοπίαν και δεν πληρώνει.
Ή ακόμα χειρότερα ανταποδίδει κακόν!
Το ηθικό τούτο χρεοκόπημα ,συνιστάμενο σε φτώχεψη γενναίων αισθημάτων,καταβιβάζει τον αχάριστον παρακατου από τα χτήνη.
Και είναι ένα από τα τόσα που δείχνουν οτι ενώ εις τον άνθρωπον εδόθη η ύψωσή του έως εις τα υπερφυή όντα,
του αφέθη και η καταβίβασή του έως εις τα χτήνη και συχνά και παρακάτου ακόμη.
Πραγματικώς η ψυχή του αχάριστου δεν αξίζει την ψυχή του σκύλου.
Ο αχάριστος αδικεί την κοινωνίαν.
Την αδικεί,επειδή όπως ενεργεί επάνω εις το πνεύμα του ευεργέτου
σε τρόπον ώστε να τον αποθαρρύνει και να τον αποτρέψει από περαιτέρω πιθανές ευεργεσίες του και εις άλλα άτομα.
Είναι δε λυπηρόν οτι όσο μεγαλύτερη η ευεργεσία,
τόσο περισσότερο σπρώχνει τον ασυνείδητον ευεργετημένον εις την αχαριστίαν,
και τούτο κατά φυσικόν λόγον.
Η ευεργεσία επιβάλλει χρέος ανάλογο του μεγέθους της ώστε όσο μεγαλύτερο το χρέος,
τόσο δυσκολότερο να αποδοθεί.
Ακολούθως,εις την περίσταση,αμηχανία και ανάγκη ηθικού χρεοκοπήματος,προς αποφυγήν ανταποδόσεως.
Σε μια μου μεγάλη θυσία δια φίλον μου,σε δεινή περίσταση δική του κατ αντιπάλου του,
αυτός,ευθύς έπειτα,εις ομοίαν εδικήν μου περίστασην,με τον ίδιον εκείνον αντίπαλόν του,
ενώθηκε με αυτόν εναντίον μου!
Εφρικίασα,μα δεν εδιδάχθηκα.Και επειτ από χρόνους έκαμα και άλλην θυσίαν,
παραπλήσιαν εκείνης,δια άλλον φίλον,όστις και τούτος μου ανταπόδωσε απίστευτην αχαριστίαν.
Μα τότε η καρδιά μου επάγωσε και η αρχή η αποδιδόμενη στους Ιησουίτες
«non far del ben,per non aver del mal»
δεν μου εφάνη πλέον τόσον ειδεχθής όσο μου εφαίνετο πρώτα.
Πραγματικώς,είδα έπειτα και τρίτον φίλον σε δεινή κι αυτόν περίστασιν,
επικράθηκα δι αυτόν,αλλά τότε πλέον η φρόνηση,η αποχτημένη από την πείρα,
μ έκαμε να μην κινδυνέψω να αυξήσω τον αριθμό των αχαρίστων εχθετόμενος πάλιν.
Ιδού τα αποτελέσματα της αχαριστίας!
Δυσαρεστημένοι από τον αχάριστον,περιριζόμεθα σε μικρές ανούσιες χάρες,
αλλά τες θυσίες όπου είναι το άνοιγμα και διαπλάτωμα της καρδιάς μας,
η εγδήλωση και πραγμάτωση της αρετής,η ελπίδα και σωτηρία του εν ανάγκη πλησίον μας,
εκείνες ο αχάριστος τες αποθαρρύνει,τες παύει.
Έτσι,ο αχάριστος είναι δημόσιος αδικητής.

Ανδρέας Λασκαράτος «Ιδού ο άνθρωπος».

Να ζείς,να αγαπάς,να μαθαίνεις…



» Όταν γελάς, κινδυνεύεις να περάσεις για χαζός¨
Και τι με αυτό ; οι χαζοί διασκεδάζουν πολύ!
«Όταν κλαίς, κινδυνεύεις να περάσεις για συναισθηματικός».
Και βέβαια είμαι συναισθηματικός. Μου αρέσει. Τα δάκρυα βοηθάνε.
«Όταν ανοίγεσαι στον άλλο, κινδυνεύεις να μπλεχτείς»
Ποιός λέει οτι το μπλέξιμο είναι κίνδυνος; Εγώ θέλω να μπλεχτώ.
¨Όταν εκδηλώνεις τα συναισθήματα σου,
κινδυνεύεις να δείξεις τον πραγματικό σου εαυτό¨.
Και τι άλλο έχω να δείξω;
¨Όταν εκθέτεις τις ιδέες και τα όνειρά σου μπροστά στους άλλους,
κινδυνεύεις να χαρακτηριστείς αφελής¨
Α, μ έχουν χαρακτηρίσει πολύ χειρότερα από αυτό.
¨Όταν αγαπάς, κινδυνεύεις να μην στο ανταποδώσουν¨
Δεν αγαπώ για να μου το ανταποδώσουν.
¨Όταν ζεις, κινδυνεύεις να πεθάνεις¨
Είμαι έτοιμος για αυτό….
¨Όταν ελπίζεις,
κινδυνεύεις να απογοητευτείς,
κι όταν δοκιμάζεις,
κινδυνεύεις να αποτύχεις¨.
Ναι, αλλά πρέπει να ρισκάρεις,
γιατι ο μεγαλύτερος κίνδυνος στη ζωή είναι να μην ρισκάρεις τίποτε.
Ο άνθρωπος που δεν ρισκάρει τίποτε, δεν κάνει τίποτε, δεν έχει τίποτε, δεν είναι τίποτε. Μπορεί να αποφεύγει τον πόνο και τη λύπη,
όμως δεν μπορεί να μάθει και να νιώσει και να αλλάξει και να αναπτυχθεί
και να αγαπήσει και να ζήσει.
Δεμένος με τις βεβαιότητές του είναι ένας σκλάβος.
Έχει παραιτηθεί από την ελευθερία του.
Μόνο ο άνθρωπος που ρισκάρει είναι πραγματικά ελεύθερος!

Από το βιβλίο »Να ζεις,να αγαπάς και να μαθαίνεις» του Λεο Μπουσκάλια